Σε συλλογικό επίπεδο
Ξεκίνησε το άθλημα από τα εφηβικά τμήματα του Π.Α.Ο.Κ., για να προωθηθεί το 1973 στην πρώτη ομάδα σε ηλικία 20 ετών. Αγωνιζόταν στη μεσαία γραμμή με αμυντικά κυρίως καθήκοντα και υπήρξε δεινός εκτελεστής πέναλτι, σημειώνοντας με τον τρόπο αυτό σχεδόν το 40% των τερμάτων της καριέρας του.Την πρώτη κιόλας χρονιά, χρησιμοποιήθηκε από τον προπονητή του Λες Σάνον ως αλλαγή στο 5ο λεπτό της παράτασης του τελικού κυπέλλου 1974 και εκτέλεσε εύστοχα το προτελευταίο πέναλτι της ομάδας του κατά τη διαδικασία που την ανέδειξε νικήτρια επί του Ολυμπιακού με 4-3 (κανονική διάρκεια 2-2). Με 19 εμφανίσεις ως βασικός σε 30 αγώνες, αποτέλεσε τον 12ο παίκτη του Π.Α.Ο.Κ. και το απαραίτητο συμπλήρωμα στην τριάδα μέσων Κούδα-Σαράφη-Τερζανίδη για την κατάκτηση του πρωταθλήματος Ελλάδας 1975-76, πρώτη στην ιστορία του συλλόγου.
Το καλοκαίρι του 1981 μετακινήθηκε με ελεύθερη μεταγραφή στον Παναθηναϊκό, όπου σε μία τριετία κατέκτησε επίσης από ένα κύπελλο και πρωτάθλημα, παρότι στο τελευταίο μετείχε σε ένα μόλις αγώνα (ως αλλαγή). Ακολούθησαν δύο χρονιές στη Β΄ κατηγορία, από μία με Κόρινθο (υποβιβασμός) και Διαγόρα Ρόδου (πρωταθλητής Νοτίου Ομίλου), με τον οποίο επανήλθε, ως κεντρικός αμυντικός πλέον, στην Α' Εθνική για την περίοδο 1986-87. Ολοκλήρωσε τη σταδιοδρομία του στο ομογενειακό σωματείο Ελληνο-Αμερικανικός Άτλας της Νέας Υόρκης.[2] [3]
Στην Εθνική Ελλάδας
Αγωνίστηκε 12 φορές με την εθνική Ελλάδας κατά το διάστημα 1975-1980. Την πρώτη του εμφάνιση πραγματοποίησε στο φιλικό 2-1 επί της Κύπρου την 1η Απριλίου 1975 στη Λευκωσία, μην διστάζοντας να αναλάβει την εκτέλεση πέναλτι που διαμόρφωσε το τελικό αποτέλεσμα στο 35'. Το συγκεκριμένο τέρμα, αν και μοναδικό του για το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, τον κατατάσσει μεταξύ των μόλις 31 Ελλήνων διεθνών οι οποίοι σκόραραν στο ντεμπούτο τους με την εθνική ομάδα (πλέον πρόσφατος ο Νίκος Καρέλης το 2014).Η τελευταία του συμμετοχή σημειώθηκε και πάλι σε φιλικό με τη Βουλγαρία (0-0) στις 14 Μαΐου 1980 (γήπεδο Λεωφόρου Αλεξάνδρας), όταν ο τεχνικός Αλκέτας Παναγούλιας τον χρησιμοποίησε με την έναρξη της επανάληψης. Ήταν ο τελευταίος αγώνας προετοιμασίας της Ελλάδας πριν την τελική φάση του κυπέλλου Εθνών 1980 στην Ιταλία, με τον ποδοσφαιριστή να μην συμπεριλαμβάνεται τελικά στην 22μελή ελληνική αποστολή.
Προπονητική πορεία
Η καριέρα του άρχισε από τις "χαμηλές" κατηγορίες του ελληνικού ποδοσφαίρου με τους Διαγόρα Ρόδου, Παναργειακό, Ιάλυσο Ρόδου και Καβάλα, η οποία υπό την καθοδήγησή του αναδείχθηκε δευτεραθλήτρια Β' Εθνικής και εξασφάλισε την άνοδο στην Α' έπειτα από 12ετή απουσία.[4] Είναι χαρακτηριστικό πως ο Αναστασιάδης κατά τον πρώτο του αγώνα ως τεχνικός στην ανώτατη κατηγορία αντιμετώπισε τον Π.Α.Ο.Κ., σύλλογο όπου αναδείχθηκε ως ποδοσφαιριστής (ήττα 0-4 στο γήπεδο Τούμπας για την εναρκτήρια αγωνιστική της περιόδου 1994-95).Συνέχισε διαδοχικά στους Εδεσσαϊκό (1995 έως Ιανουάριο 1997[5] - καταλαμβάνοντας την 9η θέση της Α' Εθνικής 1995-96, υψηλότερη στην ιστορία του συλλόγου), Π.Α.Ο.Κ. (1997-1999, σε δύο θητείες[1]), Ηρακλή (1999-2000), Παναθηναϊκό (2000-2001), για να επανέλθει στον Ηρακλή (2001-2002) και εκ νέου στον Π.Α.Ο.Κ. (2002-2004). Από τον Δεκέμβριο του 2004 έως την απόλυσή του τον Απρίλιο του 2011,[6] διατέλεσε ομοσπονδιακός προπονητής της εθνικής Κύπρου όντας ο 15ος διαφορετικός από την έναρξη της ιστορίας της το 1960 και με τους περισσότερους αγώνες,[7] καθώς και μακροβιότερος έπειτα από τον πρώτο της Αργύρη Γαβαλά (1960-1967)[8] επίσης από την Ελλάδα.
Μετά την απομάκρυνση από την τεχνική ηγεσία της εθνικής ομάδας της Κύπρου, λόγω των αποτυχημένων αποτελεσμάτων στα προκριματικά του Euro 2012, ο Άγγελος Αναστασιάδης επέστρεψε στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 2011 για να αναλάβει τον Π.Α.Σ. Γιάννινα, ο οποίος είχε μόλις επιστρέψει στη Σούπερ Λιγκ. Έφτασε την ομάδα στην 8η θέση του βαθμολογικού πίνακα, όμως παρά την επιτυχημένη χρονιά αποφάσισε να μην ανανεώσει το συμβόλαιό του με τους Ηπειρώτες. Επόμενος σταθμός του ήταν ο Πλατανιάς, τον οποίο ανέλαβε τη 12η αγωνιστική της Σούπερ Λιγκ (2012-2013), κάνοντας ντεμπούτο με νίκη 2-1 επί του Παναθηναϊκού. Στο τέλος της περιόδου και ενώ κατέλαβε την 9η θέση με τον Πλατανιά διατηρώντας τον στην πρώτη κατηγορία, αποχώρησε από την ομάδα. Ωστόσο, ανέλαβε ξανά τα ηνία της χανιώτικης ομάδας τον Φεβρουάριο του 2014, με στόχο και πάλι να τη σώσει από τον υποβιβασμό, πράγμα που πέτυχε τερματίζοντας μόλις 2 βαθμούς πάνω από τη ζώνη του υποβιβασμού, στη 14η θέση της βαθμολογίας. Τον Μάιο του 2014, μετά το τέλος των πλέι-οφ, συμφώνησε για τέταρτη φορά σε 17 χρόνια με την ομάδα του Π.Α.Ο.Κ., υπογράφοντας διετές συμβόλαιο.[9]
Τίτλοι - Διακρίσεις
Ως ποδοσφαιριστής
- δύο (2) πρωταθλήματα Ελλάδας: 1975-76 με τον Π.Α.Ο.Κ. και 1983-1984 με τον Παναθηναϊκό
- δύο (2) κύπελλα Ελλάδας: 1973-74 με τον Π.Α.Ο.Κ. (ευστόχησε στη διαδικασία των πέναλτι εναντίον του Ολυμπιακού) και 1981-82 με τον Παναθηναϊκό
- ένα (1) πρωτάθλημα Νοτίου Ομίλου Β' κατηγορίας Ελλάδας: 1985-86 με τον Διαγόρα Ρόδου.
Ως προπονητής
- ένα (1) κύπελλο Ελλάδας: 2002-03 με τον Π.Α.Ο.Κ.
- Το 2004 ψηφίστηκε από τα μέλη του Πανελληνίου Συνδέσμου Αθλητικών Συντακτών (Π.Σ.Α.Τ.) ως ο κορυφαίος Έλληνας προπονητής της χρονιάς.